Το Clockwork Orange, του Stanley Kubrick, είναι μια σκοτεινή σατιρική ταινία επιστημονικής φαντασίας του 1971 σχετικά με έναν νεαρό χαρισματικό άνθρωπο και τη συμμορία του, βασικές αρχές των οποίων αποτελούν, οι βιασμοί, η υπερβολική βία και ο Μπετόβεν. Τα μέλη της όμως σύντομα θα συνειδητοποιήσουν ότι δεν είναι ικανοποιημένοι από την ηγεσία του πρωταγωνιστή μας. Έτσι θα του στήσουν ενέδρα, με σκοπό τη σύλληψή του από την αστυνομία, έπειτα από τη δολοφονία μιας γυναίκας στο σπίτι της. Μετά από δύο χρόνια στη φυλακή, ο Αλέξ επιλέγεται για να συμμετάσχει σε ένα πείραμα πλύσης εγκεφάλου, για τις βίαιες τάσεις των εγκληματιών. Έτσι κάθε φορά που περνά από το μυαλό του η βία ή έστω γίνεται μάρτυρας αυτής, χάνει τα λογικά του . Η ανεπιθύμητη όμως παρενέργεια είναι ότι σε μια αντίστοιχη κατάσταση φτάνει και καθε φορά που ακούει τον αγαπημένο συνθέτη του Ludwig van Beethoven, δημιουργώντας έτσι μια τραγική ειρωνία.
Και όμως, παραμένει κατά κάποιο τρόπο παρεξηγημένο και μερικές από τις καινοτομίες του δεν έχουν αναγνωριστεί αρκετά, όπως η δύναμή της ως ταινία χωρίς όμως να κατατάσσεται σε κάποιο συγκεκριμένο είδος, το αντισυμβατικό σχέδιο μάρκετινγκ, η τυποποιημένη βία και η άνευ προηγουμένου χρήση της μουσικής. Όλα αυτά διαμορφώνουν τόσο την κινηματογραφική όσο και την ποπ κουλτούρα, καθώς και θα επηρεάσουν την κοινωνία σε μεγάλο βαθμό για τις επόμενες δεκαετίες.
Ο σκηνοθέτης της ταινίας, Stanley Kubrick, όπως ο ίδιος ανέφερε στο “The Review of the Saturday”, χαρακτηρίζει την ταινία του ως… μια κοινωνική σάτιρα που ασχολείται με το ερώτημα κατά πόσο η συμπεριφορική ψυχολογία και η ψυχολογική προετοιμασία είναι επικίνδυνα όπλα για να χρησιμοποιήσει μια κυβέρνηση για να επιβάλει ελέγχους στους πολίτες της και να τους μετατρέψει σε λίγο περισσότερο από ρομπότ. “
Σε περίπτωση που δεν καταλαβαίνετε τον τίτλο της ταινίας, προέρχεται από μια παλιά Αγγλική εκφράση, “as queer as a clockwork orange”. Clockwork είναι ένας μηχανισμός ρολογιού, κάτι μηχανικό, ρομποτικό και τεχνητό. Το πορτοκαλί (orange) σε αυτή την περίπτωση αναφέρεται στον Ουρανγκουτάνγκο (Orangutan), ένα είδος πιθήκου. Clockwork orange σημαίνει κάτι παράξενο και τεχνητό εσωτερικά, αλλά εμφανίζεται φυσικό, ανθρώπινο και φυσιολογικό στην επιφάνεια.
Το “κουρδιστό πορτοκάλι” έχει κερδίσει κατά το πέρασμα των χρόνων, τον τίτλο του “λατρεμένου κλασικού” και δικαίως, θεωρώ. Διακατέχεται από βαθιά σκοτεινή σάτιρα, η οποία διερευνά βαθύτερα θέματα, όπως: την συμπεριφορά του ανθρώπου, το δίπτυχο έγκλημα και τιμωρία και το χαρακτηριστικό απόσπασμα που ειπώθηκε από την αναρχική Έμα Γκόλντμαν, “Μια κοινωνία παίρνει όλους τους εγκληματίες που της αξίζει”. Σαν απώτερο σκοπό έχει να καυτηριάσει την λαμπρότητα του πολιτισμού ο οποίος βασίζεται στη νεολαία καθώς και σε αυτούς που υιοθετούν το πρότυπο “νόμος και τάξη” εις βάρος της ελεύθερης βούλησης.
Η ταινία ειναι γεμάτη συμβολισμούς, καθώς ο Kubrick λατρεύει αυτή την τεχνική και δεν θέλει να δίνει “μασημένη τροφή” στους θεατές. Παρακάτω θα δούμε μερικούς βασικούς συμβολισμούς της ταινίας.
Γάλα
Ως ουσία που τρέφει κυρίως νεαρά ζώα, το γάλα συμβολίζει την ανωριμότητα και την παθητικότητα των ανθρώπων που το πίνουν συνήθως στο “Korka Milkbar”. Η κατανάλωσή του υποδηλώνει την αχρηστία και την επακόλουθη αδυναμία των πολιτών του κράτους. Το γεγονός ότι το γάλα είναι γεμάτο με φάρμακα είναι ειρωνικό, υποδηλώνοντας ότι οι νέοι είναι λιγότερο υγιείς και αθώοι από τους ενήλικες, όχι περισσότερο.
Drencrom, Vellocet και Synthemesc
Αναφέρονται γενικά ως παραισθησιογόνες ουσίες, αυτά τα τρία φάρμακα συμβολίζουν την ουδετερότητα και τον υλισμό. Οι άνθρωποι στο μυθιστόρημα που τα χρησιμοποιούν γίνονται απάνθρωποι ενώ βιώνουν τις επιπτώσεις τους, απομακρυνόμενοι από την πραγματικότητα.
Εικόνες με κύριο πρωταγωνιστή το σκοτάδι, τη νύχτα και το φεγγάρι
Αυτά τα τρια πράγματα συνδέονται άμεσα με την ψυχοσύνθεση του Alex και συνεπώς, αντιπροσωπεύουν την ειρήνη και την ασφάλεια για αυτόν. Ο ιερέας, ο οποίος φέρει μαύρη ενδυμασία και υπερασπίζεται τον Άλεξ ενάντια του κράτους, μπορεί επίσης να εμπίπτει σε αυτή την κατηγορία αντικειμένων. Το σκοτάδι αντιπροσωπεύει την ιδιωτικότητα και τη μοναξιά που είναι απαραίτητα για να υπάρχει ένα άτομο και να κάνει ελεύθερες επιλογές.
Εικόνες με πρωταγωνιστή το φως της μέρας
Η ημέρα και το φως του ήλιου αποτελούν κίνδυνο για τον Alex. Στο πρώτο μέρος της ταινιας, ο Άλεξ σημειώνει ότι υπάρχουν πολλοί περισσότεροι αστυνομικοί και δυνάμεις καταστολής που περιπολούν κατά τη διάρκεια της ημέρας. Τα σκληρά φώτα της αίθουσας ανάκρισης του αστυνομικού τμήματος δημιουργούν ένα είδος τεχνητής ημέρας και οι γιατροί, με τα λευκά σακάκια τους, συνεχίζουν αυτήν την τάση, η οποία εξακολουθεί να συνδέεται άμεσα με την απειλή. Η μόνη φορά που ο ιερέας φοράει λευκό είναι κατά τη διάρκεια ανταλλαγής με τον Άλεξ, όπου θα κάνει τον Alex να καταδώσει τους συγκρατούμενούς του, προκειμένου να προωθήσει προσωπικά του συμφέροντα.
Η επινόηση της γλώσσας Nadsat
Το “Nadsat” είναι το ιδίωμα του Alex που τον βοηθά να δημιουργήσει τον κόσμο του και να προσελκύσει τους θεατές σε αυτόν. Για να μπορέσει να μιλήσει κάποιος nadsat πρέπει να ανήκει και στον κόσμο του Alex. Η παιχνιδιάρικη χρήση της nadsat είναι ένας από τους λόγος που είναι τόσο προβληματικός ως αφηγητής, ο Alex. Μόλις οι θεατές γίνουν πιο άνετοι με το ιδίωμα, θα έχουν μπει στον κόσμο του κατά κάποιον τρόπο. Ο κόσμος-η συμμορία του Alex περιλαμβάνει βίαιους, υπερσεξουαλικούς και συχνά νέους ανθρώπους. Η χρήση της nadsat συμβολίζει τη συμμετοχή τους σε αυτόν τον κόσμο.
Θεωρώ ότι αυτή η ταινία είναι μια από τις καλύτερες ταινίες που έγινε ποτέ, επειδή αποκαλύπτει πολλά πτυχές της ανθρώπινης φύσης (κρυμμένες και μη) και άγρια ένστικτα. Είναι ρεαλιστική, απαισιόδοξη και δείχνει ωμά τη σήψη της κοινωνίας και των θεμελιωδών αρχών της καθώς και ότι ο κόσμος μας δεν αποτελεί και το καλύτερο μέρος για να ζήσει κανείς. Θα την χαρακτήριζα πολυδιάστατη, αφού επί σκοπού ο Κιούμπρικ της έδωσε αμφιλεγόμενο χαρακτήρα και δίχως εμφανείς εξηγήσεις, έτσι δίνει σε κάθε θεατή ξεχωριστά την ελευθερία, να μπορεί να δώσει δικό του νόημα-συμπέρασμα. Μοιράζεται την πρωτιά στην λίστα με τις αγαπημένες μου ταινίες όλων των εποχών, με τη “Φωλιά του κούκου”.