Είναι πραγματικά πρωτόγνωρη η σημερινή καθημερινότητα. Από μόνη της η συνεχής ,και χωρίς αποτέλεσμα, καραντίνα θα αρκούσε για να μας προκαλέσει συναισθήματα και αντιδράσεις που δεν έχουμε βιώσει ξανά. Το παράδοξο είναι πως έφτασε η καραντίνα να είναι το πιο ασήμαντο πρόβλημα μας.
Η χώρα μας καθοδηγείται αυτή τη στιγμή από την πιο επικίνδυνη κυβέρνηση της μεταπολίτευσης. Δεν τίθεται καν σύγκριση με οποιαδήποτε προηγούμενη επειδή αυτά που συμβαίνουν τώρα δεν έχουν προηγούμενο. Δε ξέρω από που να αρχίσω ειλικρινά, αλλά θα το κάνω από το πιο σοβαρό θέμα μιας σύγχρονης κοινωνίας: την παιδεία.
Εν μέσω καραντίνας, ψηφίστηκε το νέο εκπαιδευτικό νομοσχέδιο (δείτε το εδώ) που εξισώνει τα πτυχία των ΑΕΙ με αυτά των ιδιωτικών κολεγίων. Υπερασπιζόμενη την αριστεία (το γνωστό μότο της κυβέρνησης), η υπουργός Παιδείας επανέφερε τη βάση του 10 ως κριτήριο εισαγωγής στα δημόσια ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Λογικά ξέχασε να τη βάλει ως κριτήριο και στα αντίστοιχα ιδιωτικά, αλλά γι’αυτό το γράφω εδώ, για να της το υπενθυμίσω και να το διορθώσει. Υπάρχει βέβαια περίπτωση η αριστεία να έχει συγκεκριμένο χρηστικό αντίτιμο, οπότε ποιος είμαι εγώ που θα στερήσω από το πλούσιο παιδί το δικαίωμα στην εκπαίδευση; Όσο για τον φτωχό, ας γίνει επιχειρηματίας όπως εύστοχα προέτρεψε ο πρωθυπουργός μας.
Αυτό που κάνει το εν λόγω ψήφισμα ακόμη πιο προκλητικό, είναι πως ψηφίστηκε κατά τη διάρκεια μιας σχολικής χρονιάς και έχει άμεση εφαρμογή. Υπολογίζεται πως περίπου 10.000 υποψήφιοι θα μείνουν εκτός πανεπιστημιακών ιδρυμάτων, κάτι που έμαθαν κατά τη διάρκεια της δύσκολης και στρεσογόνας προετοιμασίας τους για τις πανελλήνιες εξετάσεις. Η κυβέρνηση παίζει με τον κόπο και τη ψυχολογία των μαθητών της τρίτης λυκείου, χωρίς κανένα απολύτως σεβασμό σε αυτούς και τις οικογένειές τους. Τρεις μήνες πριν τις εξετάσεις, το σύστημα εισαγωγής αλλάζει απροειδοποίητα και προσπαθούν να μας πείσουν πως δεν τρέχει κάτι κι ότι είναι προς το κοινό συμφέρον. Για κάθε ένα παιδί που θα αισθανθεί αποτυχημένο για τη μη εισαγωγή του στη σχολή που θα έμπαινε με βάση το παλαιό σύστημα, οι υπεύθυνοι θα είναι αυτοί που κυβερνούν και οδηγούν τη χώρα σε ολοένα και βαθύτερη κρίση.
Σαν να μην έφτανε το νέο νομοσχέδιο, είχαμε και το φιάσκο της πλατφόρμας της τηλεκπαίδευσης που χρησιμοποιείται εδώ και ένα χρόνο. Αυτή που παραχωρήθηκε δωρεάν στην ελληνική κυβέρνηση όπως διατυμπάνιζαν συνεχώς τα μέλη της και λειτουργούσε άψογα. Το αν λειτουργούσε άψογα ή όχι, το ξέρουν καλά και οι μαθητές και οι καθηγητές καθώς και όσοι προσπάθησαν να συνδεθούν σε αυτή.
Το πιο ενδιαφέρον απ’όλα βρίσκεται στον λόγο για τον οποίο δε λειτουργούσε σωστά. Η ελληνική κυβέρνηση αποδείχθηκε χρησιμοποιούσε μια δοκιμαστική εφαρμογή της εν λόγω πολύ γνωστής εταιρίας. Όπως είναι φυσικό, όταν υπήρχε κάποιο πρόβλημα σε μια ή περισσότερες συνδέσεις της εταιρίας, οι τεχνικοί της εξυπηρετούσαν πρώτα τους χρήστες της κανονικής έκδοσης, με αποτέλεσμα να υπάρχει τεράστια αναμονή για επιδιόρθωση στο πρόγραμμα τηλεκπαίδευσης του υπουργείου Παιδείας.
Εδώ βέβαια θα μου πείτε πως αυτό είναι λογικό καθώς εμείς δεν πληρώσαμε για αυτό το πρόγραμμα. Το τραγικό είναι ότι, όπως αποδείχθηκε προ ολίγων ημερών, πληρώσαμε και μάλιστα αδρά. Υπάρχει βέβαια η περίπτωση να είναι τόσο επιλεκτικά γενναιόδωρη η κυβέρνηση και αγορά προγράμματος με δύο εκατομμύρια, να τη θεωρεί δωρεάν χρήση του. Θα ήταν ενδιαφέρον να απαντήσει κάποιος αρμόδιος, με πρώτη την κ.Κεραμέως που τηρεί σιγή ιχθύος, όπως και ο λαλλίστατος σε άλλα θέματα, πρωθυπουργός μας.
Μήπως με αυτά τα δύο εκατομμύρια θα μπορούσαν να διατεθούν συσκευές και πρόσβαση στο διαδίκτυο σε όλους τους μαθητές; Από που κι ως που η κυβέρνηση θεωρεί δεδομένο ότι κάθε μαθητής έχει σύνδεση στο διαδίκτυο στο σπίτι του και κατάλληλη συσκευή για να παρακολουθήσει το μάθημα; Τα “tablets” που μοιράστηκαν δεν αρκούσαν ούτε στο ελάχιστο για να καλύψουν τις ανάγκες των μαθητών. Όσον αφορά την πρόσβαση στο διαδίκτυο, δεν έγινε καμία κίνηση από το υπουργείο Παιδείας, με αποτέλεσμα να βλέπουμε παιδιά να κάθονται στο δρόμο για να συνδεθούν σε κάποιο ανοικτό WiFi ή να συγκεντρώνονται σε καφενεία. Αυτή την τηλεκπαίδευση ονειρεύονται οι άριστοι;
Τελευταίο, αλλά όχι έσχατο, είναι το θέμα που ανοίγεται σχετικά με την προστασία των προσωπικών δεδομένων. Η εταιρεία που διέθεσε την πλατφόρμα τηλεκπαίδευσης έχει το δικαίωμα, όπως αναφέρεται στη διμερή σύμβαση με το κράτος, να συλλέγει προσωπικά δεδομένα από τους χρήστες που συνδέθηκαν σε αυτή. Τέτοιου είδους δεδομένα πωλούνται σε διαφημιστικές και όχι μόνο εταιρίες, γύρω στα 5 ευρώ ανά διεύθυνση IP. Την εφαρμογή χρησιμοποίησαν γύρω στο 1.5 εκατομμύριο χρήστες, άρα μιλάμε για 7.5 εκατομμύρια ευρώ περίπου. Όχι και άσχημα, για ένα πρόγραμμα που μας παραχωρήθηκε τσάμπα (τι είναι 2 εκατομμύρια ευρώ άλλωστε;) και έχει δυνητικό κέρδος αλλά 7,5 για την εταιρεία που το δημιούργησε.
Ως κερασάκι στην τούρτα άφησα τη σύσταση της πανεπιστημιακής αστυνομίας. Ακόμη μια φορά η χώρα μας πρωτοτυπεί, καθώς δεν υπάρχει σε καμία άλλη χώρα αντίστοιχο όργανο. Το συγκεκριμένο σώμα της αστυνομίας θα είναι αρμόδιο για το ποιος θα εισέρχεται στον πανεπιστημιακό χώρο, καθώς και για τον έλεγχο της συμπεριφοράς όσων βρίσκονται μέσα σε αυτόν. Από τη στιγμή που καταργήθηκε το άσυλο, όπως ήθελε η τωρινή κυβέρνηση, ποιος ο λόγος να συγκροτηθεί ειδικό σώμα για τα πανεπιστήμια; Μήπως για να γίνουν άλλες 2.000 προσλήψεις αστυνομικών; Για χώρα που δεν έχει γιατρούς να πολεμήσει την πανδημία, δόξα τω θεώ, καλά τα πάμε από προσλήψεις τον τελευταίο χρόνο, αν ο σκοπός μας είναι να συλλάβουμε τον κορονοϊό.
Δυστυχώς η κυβέρνηση συνεχίζει να παίζει τόσο με τη σωματική όσο και με τη ψυχική μας υγεία. Είναι ξεκάθαρο πως η πανδημία αποτελεί για αυτή μια ευκαιρία να περάσει “καινοτόμα νομοσχέδια” και να κάνει “έξυπνες επενδύσεις”. Το μέχρι πού θα φτάσει δεν το γνωρίζω. Ξέρω όμως, ότι με αυτή την ατζέντα εκλέχθηκαν και σε αυτό που ζούμε τώρα, υπάρχουν πολλοί από εμάς που είναι συνένοχοι.