“Οι λαοί δεν έχουν μόνο ήρωες, έχουν και καθάρματα. Στην ιστορία ενός τόπου ανήκουν και τα καθάρματα, που κι αυτά γράφουν ιστορία. Εν πάση περιπτώσει, η ιστορία ενός τόπου δεν είναι μόνο μια σειρά από θετικά γεγονότα. Άλλωστε, σε μια διαλεκτική αντίληψη των πραγμάτων, αν δεν υπήρχε άρνηση δεν θα υπήρχε ούτε κατάφαση.”
Το απόσπασμα αυτό από το οπισθόφυλλο του εξαιρετικού βιβλίου του Βασίλη Ραφαηλίδη, “Η κωμικοτραγική ιστορία του νεοελληνικού κράτους”, εμπεριέχει την πικρή αλήθεια που δε διδάσκεται στο μάθημα της ιστορίας. Όχι, δεν ήταν όλοι οι Έλληνες καλοί ούτε βοήθησαν ώστε να σταθεί το νεοσύστατο κράτος όταν μιλάμε για την επανάσταση του 1821 όπως σήμερα. Πιο συγκεκριμένα, θα αναφερθούμε στην πολισχειδή προσωπικότητα, διεθνούς κύρους, του Ιωάννη Καποδίστρια. Ο Καποδίστριας συνέβαλε τα μέγιστα στην οργάνωση του κράτους της Ελβετίας όπου ακόμη και σήμερα θεωρείται τοπικός ήρωας καθώς το μοντέλο διοίκησης της χώρας παραμένει το ίδιο με μικρές, απαραίτητες προσαρμογές ανά τα χρόνια. Στην Ελλάδα δυστυχώς δεν είχε το προνόμιο του χρόνου καθώς για ακόμη μια φορά αποδείχθηκε πως ο μεγαλύτερος εχθρός του Έλληνα δεν είναι ο εξωτερικός εχθρός αλλά η αλόγιστη δίψα του για δύναμη και εξουσία. Ας δούμε όμως τι συνέβη από την έλευση του Ιωάννη Καποδίστρια στην Ελλάδα κι έπειτα.
Ο ερχομός του
Έπειτα από σκληρές διαπραγματεύσεις στα ευρωπαϊκά κέντρα αποφάσεων με στόχο την εξασφάλιση της απαραίτητης υποστήριξης για το ελληνικό κράτος, ο Ιωάννης Καποδίστριας έφτασε στο Ναύπλιο στις 7 Ιανουαρίου 1828, γενόμενος δεκτός με ζητωκραυγές και ενθουσιώδεις εκδηλώσεις από τον λαό. Δύο ημέρες αργότερα μετέβη στην Αίγινα, η οποία είχε κριθεί καταλληλότερη από το Ναύπλιο ως προσωρινή έδρα της Κυβέρνησης.
Η πρώτη επαφή του με την ηπειρωτική Ελλάδα υπήρξε αποκαρδιωτική, λόγω της κατάστασης που επικρατούσε στο πολιτικό σκηνικό. Οι αντιπαλότητες που είχαν προκύψει μεταξύ των μεγάλων οικογενειών κατά τη διάρκεια της επανάστασης δεν είχαν κοπάσει, ενώ η χώρα είχε καταστραφεί και η οικονομία της τελούσε υπό πτώχευση.
Ο Καποδίστριας κλήθηκε να κυβερνήσει με βάση το Δημοκρατικό Σύνταγμα της Τροιζήνας, αλλά ως οπαδός της πεφωτισμένης δεσποτείας, πίστευε ότι τα Συντάγματα και τα Κοινοβουλευτικά Σώματα ήταν πολύ “πρόωρα” για ένα ασύστατο ακόμα κράτος. Στις 18 Ιανουαρίου 1828 πέτυχε ψήφισμα της Βουλής περί αναστολής του Συντάγματος. Έτσι, κατέστη η μοναδική πηγή εξουσίας, συνεπικουρούμενος από το Πανελλήνιον, ένα συμβουλευτικό σώμα αποτελούμενο από 27 μέλη. Στη σύγκληση μιας νέας Εθνοσυνέλευσης στο άμεσο μέλλον παραπεμπόταν η ψήφιση του νέου Συντάγματος. Ο Καποδίστριας εγκαινίασε την περίοδο της απολυταρχίας, η οποία διατηρήθηκε μέχρι το Σύνταγμα του 1843.
Οι μεταρρυθμίσεις
Ο νέος Κυβερνήτης έθεσε ως στόχο να βάλει τέλος στις εμφύλιες διαμάχες και επιδόθηκε αμέσως στο έργο της δημιουργίας Κράτους εκ του μηδενός, επιδεικνύοντας αξιοζήλευτη δραστηριότητα. Ίδρυσε την Εθνική Χρηματιστική Τράπεζα με τη βοήθεια του φίλου του ελβετού τραπεζίτη Εϋνάρδου, η οποία δεν ευδοκίμησε για πολύ. Ρύθμισε το νομισματικό σύστημα, καθότι ακόμη κυκλοφορούσαν τουρκικά και ξένα νομίσματα εντός της επικράτειας. Στις 28 Ιουλίου 1828 καθιέρωσε ως εθνική νομισματική μονάδα τον Φοίνικα και ίδρυσε Εθνικό Νομισματοκοπείο. Στις 24 Σεπτεμβρίου του ίδιου χρόνου οργάνωσε και την πρώτη ταχυδρομική υπηρεσία.
Ερχόμενος στο Ναύπλιο, ο Καποδίστριας βρήκε την Ελλάδα χωρίς δικαστική οργάνωση. Γνωρίζοντας ότι η απονομή της δικαιοσύνης αποτελεί θεμέλιο για τη δημιουργία μιας ευνομούμενης πολιτείας, ενδιαφέρθηκε προσωπικά για τη δημιουργία δικαστηρίων και τη στελέχωσή τους με το κατάλληλο προσωπικό. Οργάνωσε, ακόμη, τη διοίκηση του κράτους και ίδρυσε Στατιστική Υπηρεσία, η οποία διενήργησε την πρώτη απογραφή.
Αναδιοργάνωσε τις ένοπλες δυνάμεις υπό ενιαία διοίκηση, πετυχαίνοντας αφενός να καταπολεμήσει το κατεστημένο των οπλαρχηγών και αφετέρου να παρεμποδίσει την Οθωμανική προέλαση, όπως έδειξε η Μάχη της Πέτρας, όπου ο ελληνικός στρατός εμφανίσθηκε πειθαρχημένος και συγκροτημένος στην τελευταία μάχη του Αγώνα. Ο Καποδίστριας αντιμετώπισε επιτυχώς την πειρατεία, αναθέτοντας στον ναύαρχο Μιαούλη την καταστολή της. Εφάρμοσε την πρακτική της απομόνωσης (καραντίνας) των κοινοτήτων που πλήττονταν από τις επιδημίες του τύφου, της ελονοσίας και άλλων μολυσματικών ασθενειών.
Το μεγάλο πάθος όμως του Καποδίστρια θα λέγαμε πως ήταν η παιδεία. Από τις πρώτες κινήσεις του ήταν η ίδρυση σχολείων στην Πελοπόννησο, στα νησιά, ακόμη και σε περιοχές της Στερεάς Ελλάδας που δεν την είχαν εγκαταλείψει ακόμη οι Τούρκοι. Τα νούμερα εδώ είναι ενδεικτικά της επιτυχίας του σχεδίου του για την αναβάθμιση της παιδείας καθώς σε σύνολο 500.000 κατοίκων της ελεύθερης Ελλάδας υπολογίζεται πως οι μαθητές ήταν 14.000, ένα ποσοστό εκπληκτικό ακόμη και για τη σημερινή εποχή.
Το μεγάλο του όνειρο σχετικά με την εκπαίδευση των Ελλήνων ήταν η μετατροπή της Αίγινας σε νησί της παιδείας. Οργάνωσε λοιπόν στο νησι ένα σχολείο – ορφανοτροφείο για τα χιλιάδες ορφανά του πολέμου, στο οποίο συγκέντρωσε τους καλύτερους Έλληνες δάσκαλους τόσο από την ενδοχώρα όσο και από το εξωτερικό και τους παρέδωσε τα ηνία σε αυτό το “πειραματικό” όπως θα αποκαλούσαμε σήμερα σχολείο.
Ο Καποδίστριας ενδιαφέρθηκε σφόδρα και για τη γεωργία, που αποτελούσε τον ακρογωνιαίο λίθο της ελληνικής οικονομίας. Πιστεύοντας φανατικά στα οφέλη από την επιστημονική καλλιέργεια της γης, ίδρυσε πολλές γεωργικές σχολές στην Ελλάδα και εισήγαγε μεταξύ άλλων την καλλιέργεια της πατάτας.
Η αρχή του τέλους
Οι πολιτικές κινήσεις του Καποδίστρια προκάλεσαν τη δυσαρέσκεια, τόσο των οπαδών του συνταγματικού πολιτεύματος, όσο και των προκρίτων και των ναυτικών. Η αίγλη που τον περιέβαλε άρχισε να διαλύεται. Η αδυναμία ικανοποιήσεως όλων των αιτημάτων, σε συνδυασμό με την καθυστέρηση διεξαγωγής των εκλογών, έδωσαν την αφορμή για το σχηματισμό ισχυρής αντιπολίτευσης κατά του Κυβερνήτη.
Η πρώτη δυναμική αντιπολιτευτική ενέργεια ήλθε με τα στασιαστικά κινήματα της Ύδρας το 1829, που επιδίωκαν την ανατροπή του Καποδίστρια. Ζήτησαν από τον Μιαούλη να καταλάβει τον ναύσταθμο του Πόρου, πριν προλάβει ο διοικητής του Κανάρης να έλθει εναντίον της Ύδρας. Ο Καποδίστριας παρακάλεσε τον ναύαρχο Ρίκορντ να επιτεθεί κατά των στασιαστών. Πράγματι, ο ρώσος ναύαρχος απέκλεισε το ναύσταθμο και προ του κινδύνου να συλληφθεί ο Μιαούλης ανατίναξε τη φρεγάτα Ελλάς και την κορβέτα Ύδρα (τα δύο πιο αξιόπλοα πλοία του ελληνικού στόλου) και διέφυγε στην Ύδρα. Η αντίδραση κατά του Κυβερνήτη διογκωνόταν. Οι Μανιάτες αρνούνταν να πληρώσουν τους φόρους προς την κεντρική εξουσία και στασίασαν με τη σειρά τους.
Μοιραία στάθηκε η αντιπαλότητα του Καποδίστρια με τους Μαυρομιχάληδες, την ισχυρότερη οικογένεια της Μάνης. Ο Καποδίστριας όσο περνούσε ο καιρός γινόταν όλο και πιο ευερέθιστος και δύσπιστος έναντι όλων. Δεν είχε την απαραίτητη αυτοσυγκράτηση και ψυχραιμία, με συνέπεια την αδικαιολόγητη όξυνση των προσωπικών παθών. Σε αυτή την κατάσταση θα πρέπει να αποδοθεί και ο σκληρός τρόπος συμπεριφοράς του κατά του γηραιού Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη. Ο Καποδίστριας διέταξε τη σύλληψή του και τον εγκλεισμό του στη φυλακή. Τον αδελφό του Κωνσταντίνο και τον υιό του Γεώργιο τους κρατούσε στο Ναύπλιο, όπου είχε μεταφερθεί η πρωτεύουσα του νεοελληνικού κράτους. Το γεγονός αυτό μεγάλωσε το μίσος και την ανάγκη εκδίκησης από την πλευρά των Μαυρομιχαλαίων.
Η δολοφονία
Στις 5:35 το πρωί της 27ης Σεπτεμβρίου 1831 ο Ιωάννης Καποδίστριας δέχθηκε δολοφονική επίθεση από τον Κωνσταντίνο και τον Γεώργιο Μαυρομιχάλη έξω από την εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα, όπου μετέβαινε για τη λειτουργία και έπεσε νεκρός. Ο Κωνσταντίνος Μαυρομιχάλης δολοφονήθηκε από το εξαγριωμένο πλήθος. Ο Γεώργιος Μαυρομιχάλης ζήτησε προστασία στη Γαλλική Πρεσβεία. Κατόπιν επιμόνου απαιτήσεως του συγκεντρωμένου πλήθους, που απείλησε ότι θα κάψει την πρεσβεία, ο αντιπρεσβευτής βαρόνος Ρουάν τον παρέδωσε στις αρχές. Ο Γεώργιος Μαυρομιχάλης καταδικάστηκε σε θάνατο από στρατοδικείο και τουφεκίστηκε το πρωί της 10ης Οκτωβρίου 1831.
Στη θέση του δολοφονημένου Ιωάννη Καποδίστρια διορίστηκε για μικρό διάστημα ο αδερφός του Αυγουστίνος. Η χώρα είχε βυθιστεί στο χάος και την αναρχία και οι μεγάλες δυνάμεις αποφάσισαν να επιβάλουν τη βασιλεία, φοβούμενες την επικράτηση ενός φιλελεύθερου κινήματος.
Η ελληνική πολιτεία τίμησε τον Κυβερνήτη, δίνοντας το όνομά του σε δημόσιους χώρους και ιδρύματα, όπως στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, ο επίσημος τίτλος του οποίου είναι Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Επίλογος
Η Ελλάδα τη μέρα που δολοφονήθηκε ο Καποδίστριας έχασε πολλά περισσότερα από έναν ικανό κυβερνήτη, έτοιμο να τη μετατρέψει σε ένα σύγχρονο κράτος όπως αποδεδειγμένα μπορούσε να κάνει (βλ. Ελβετία). Έχασε κάθε ευκαιρία να απαγκιστρωθεί από τις λεγόμενες μεγάλες δυνάμεις, καθώς είναι αποδεδειγμένη η βοήθεια Αγγλίας και Γαλλίας προς τους Μαυρομιχάληδες και γενικά όλους τους αντικαποδοστριακούς “επαναστάτες”. Δυστυχώς η χώρα μας ελλείψει οργάνωσης και κρατικού μηχανισμού, παραμένει ακόμη και σήμερα απόλυτα εξαρτώμενο από τις ορέξεις των ισχυρών της εποχής. Είχαμε μια καλή ευκαιρία τότε αλλά όπως έχει αποδείξει πολλάκις ο μέσος Έλληνας, πολλοί έβαλαν το προσωπικό του όφελος πάνω από την πρόοδο του κοινωνικού συνόλου.
Πηγές: sansimera.gr, “Η ιστορία (κωμικοτραγική) του νεοελληνικού κράτους”